Jump to content

white_unicorn

Mέλη
  • Posts

    579
  • Joined

  • Last visited

Posts posted by white_unicorn

  1. Κεφάλαιο 1ο

     

    Κάποιοι πιστεύουν ότι αυτά που θα μας συμβούν στην ζωή μας είναι γραμμένα στο βιβλίο του χρόνου, το αποκαλούν "το γραμμένο" κάποιοι το λένε "κισμετ" άλλοι λένε οτι πιστεύουν στην Μοίρα και αρκετοί είτε το παραδέχονται είτε όχι πιστεύουν στις προηγούμενες και στις επόμενες ζωές.

    Προσωπικά, έχω κάνει ένα συνοθήλευμα όλων αυτών, ένα μιξάρισμα αν θέλετε....Σε αυτό βέββαια βοήθησαν κάποια άτομα με τα οποία πέρασα ίσως τα σημαντικότερα χρόνια της ζωής μου...Τα χρόνια της ενηλικίωσης, τα χρόνια κατά τα οποία χάνεις και τα τελευταία, μικρά ίσως, κομάτια της αθωότητας σου.

    Ήταν ωραία χρόνια εκείνα, αν και δεν είναι τόσο μακρία απο σήμερα...Ακόμα νοιώθω οτι δεν έχω τον απόλυτο έλεγχο στην ζωή και στις αποφάσεις μου, ίσως ποτέ να μην τον αποκτήσω αυτόν τον έλεγχο, όμως εκείνα τα τέσσερα χρόνια (ίσως και λίγο παραπάνω) είχα την ψευδαίσθηση οτι είχα τον έλεγχο των αποφάσεων μου και της ζωής μου στα χέρια μου. Ήταν εκείνα τα χρόνια των φοιτητικών μου σπουδών, τότε που ένοιωθα οτι είχα ζήσει λίγα πράγματα και οτι η ζωή απλωνόταν μπροστά μου έτοιμη να την εξερευνήσω, να μάθω τα πάντα για αυτήν και για τον εαυτό μου.

    Τότε ήταν που μπήκαν στην ζωή μου τα άτομα που θα με άλλαζαν για πάντα, τα άτομα εκείνα, βρίσκονται ακόμα κοντά μου, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο όμως όλοι είμαστε κοντά γιατί εκείνα τα ΄τσσερα χρόνια όλοι μας μάθαμε πολλά, κερδίσαμε, χάσαμε, γελάσαμε, ερωτευθήκαμε, πληγωθήκαμε αλλά έτσι μεγαλώσαμε...ενηλικιωθήκαμε.

    Αλλά καλύτερα να αρχίσω από την αρχή, το όνομά μου είναι Κλειώ, γεννήθηκα και μεγάλωσα σε νησί, στην Σαντορίνη, ίσως γι'αυτό πάντα όπου και να μένω θέλω να έχω κάπου κοντά μου μια ακρογιαλιά ή τουλάχιστον ένα σημείο που να βρέχετε από κύματα. Πάντα μου άρεσε η θάλασσα απο μικρή ονειρευόμουν ο΄τι ήμουν γοργόνα, πριγκήπισσα της θάλασσας που ζούσα σε ένα ονειρεμένο παλάτι σε κάποιο βυθό. Ακόμα και τώρα όποτε νοιώθω "κάπως" πάω κοντα στην θάλασσά, εκεί ηρεμώ...μόνο εκεί νιώθω ότι μπορώ να ελευθερωθώ από όσα με κρατάνε στην Γη, μόνο κοντά στη θάλασσα νιώθω τόσο κοντά στο Θεό.

    Το καλοκάιρι που άλλαξε η ζωή μου ήταν το καλοκαίρι του 2000 όταν ανακοινώθηκαν οι εισακτέοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μόνο που εγώ αν και ήμουν μέσα στους επιτυχόντες τα είχα βάψει μαύρα γιατί αν και έγραψα καλύτερα από ποτέ δεν κατάφερα να μπώ στις πρώτες μου επιλογές αλλά στο τμήμα Βιβλιοθοικονομίας του Ιονίου Πανεπιστιμίου της Κέρκυρας, ούτε μία στιγμή όταν έδινα το μηχανογραφικό μου για δεύτερη φορά στο λύκειο μου δεν φαντάστηκα ότι θα έπρεπε να πάω στην άλλη πλευρά της Ελλάδας, από το Αιγαίο που θεωρούσα "σπίτι" μου έπρεπε να πάω στο άγνωστο για μένα Ιόνιο.

    Δυστυχώς κανείς από τους γνωστούς μου δεν είχε περάσει έστω κάπου κοντά στην Κέρκυρα, όλοι είχαν πάει Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ρόδο, Καλαμάτα, αλλά κανείς προς τα δυτικά. Θα ήμουν η μόνη που θα πήγαινε Κέρκυρα από όλους τους επιτυχόντες του Αιγαίου, και για να γίνουν ακόμα χειρότερα τα πράγματα για μένα θα έπρεπε να κάνω το ταξίδι μόνη, να γραφτώ στη σχολή και να ψάξω για σπίτι με την βοήθεια μιας θείας της μητέρας μου που δεν είχα γνωρίσει ποτέ, "Έλα," μου έλεγε η μάνα μου, "θα δείς, θα σου αρέσει η Κέρκυρα, θα την λατρέψεις. Και μην ανυσηχείς η Θεία-Κερκύρα θα σε βοήθείσει σε όλα, θα δείς πόσο γρήγορα θα προσαρμοστεις...".

    Έγω όμως τα είχα βάψει μαύρα και καταριόμουν την τύχη μου που δεν πέρασα κάπου πιο κοντά, που θα έχανα όλους τους φίλους μου και που στο τέλος-τέλος γιατί θα έπρεπε να πάω μόνη μου; και πώς στο καλό θα αναγνώριζα την Θεία-Κερκύρα;

    "Μην ανύσηχεις θα σε γνωρίσει εκείνη," μου έλεγε η μάνα μου, "της στείλαμε φωτογραφία σου με το φάξ, όταν της είπαμε τα ευχάριστα..." Ευχάριστα; Για εκείνους ναι, για μένα όμως πιο δυσάρεστα δεν μπορούσαν να είναι. Τόσα ήξερα, τόσα έλεγα, γιατί όταν ήρθε η ώρα να πάρω το πλοίο για Πειραιά η μάνα μου που ως Εισαγγελέας ήταν πάντα ψύχραιμη έβαλε τα κλάματα, και άρχισε τις συμβουλές "Να προσέχεις! Να φοράς το μπουφάν σου! Και μην πάρεις τίποτα από ξένους! Πάρε μας τηλέφωνο μόλις φτάσεις Αθήνα! να μας τηλεφωνείς συχνά, και θα σε πέρνω και εγώ κάθε βράδυ!" Ο πατέρας μου από την άλλη ήταν ευτύχως πιο ήρεμος αν και μου τα είχε πεί ήδη από μέρες, τα ήδια πράγματα αλλά χωρίς τα κλάματα και τις αγκαλιές, Ε, χειρούργος ο ίδιος είχε ατσάλινα νεύρα. "Να μας πάρεις τηλέφωνο αν χρειαστείς λεφτά να σου βάλουμε στην τράπεζα, μην μείνεις χωρίς λεφτά σε ξένο μέρος, εντάξει;"

    Επιτέλους σφύριξε το καράβι και έπρεπε να φύγω, η μάνα μου να με αγκαλιάζει σφιχτά λες και θα πήγαινα στον πόλεμο και ο πατέρας μου να της λέει "Έλα Σπυριδούλα, θα χάσει το πλοίο!" Τότε μόνο με άφησε η μάνα μου να φύγω, από φόβο, μηπως χάσω το πλοίο.

     

    Τουλάχιστον είχα ξαναπάει Αθήνα και ήξερα πως να πάω στο σταθμό υπεραστικών το Κηφισσού. Κάτι ήταν και αυτό, αν και η αίσθηση που είχα, της άγνωστης, μεταξύ αγνώστων δεν με καθυσήχασε καθόλου.

    Στο σταθμό των υπεραστικών έβγαλα εισιτήριο για Κέρκυρα με το τελευταίο λεωφορείο, δεν πρόλαβα το μεσημεριανό και έπρεπε να περιμένω τώρα τέσσερις βασανιστικές ώρες με την μικρή μου βαλίτσα και το σακίδιο μου. Στο εισητήριο ο αριθμός της θέσης ήταν το 18, "Κοιτα να δεις που πέτυχε ακριβώς την ηλικία μου!" σκέφτηκα, πάντα το έκανα αυτό με τα εισιτήρια και τις θέσης, προσπαθούσα να συνδυάσω τον αριθμό τους με κάτι δικό μου, για να νιώσω ότι έχουν κάποια σχέση μαζί μου. Έδωσα την βαλίτσα μου για να την φορτώσουν στο λεωφορείο και πήγα να πάρω ένα καφέ για να μην κοιμηθώ όρθια, κάτι που πάθαινα όταν ταξίδευα όλή την ημέρα. Έκατσα σε ένα τραπεζάκι με τον καφέ μου και ένα βιβλίο για να περάσει η ώρα, δεν θυμάμαι ποιό βιβλίο ήταν αλλά θυμάμαι ότι ήταν στα αγγλικά, από την ώρα που ξεκίνησα μαθήματα για το Proficiency είχα μια τάση να διαβάζω τα βιβλία μου στα αγγλικά, ίσως γιατί κάποιά στιγμή είχαμε σκεφθεί στο σπίτι ότι αν δεν έμπαινα στο πανεπιστήμιο έδω με την δεύτερη φορά θα πήγαινα Αγγλία.

    Ενώ ήμουν απορροφημένη στο βιβλίο μου, ένοιωσα οτι κάποιος με κοιτούσε, πάντα, όταν κάποιος με κοιτούσε για πάνω από δέκα δεύτερα, το ένοιωθα και σήκωνα το κεφάλι μου για να δώ ποιός και γιατί με κοιτούσε, έτσι και εκείνη την στιγμή, είδα μια κοπέλα στο διπλανό τραπέζι να με κοιτάζει ;ίσως δεν το είχε καταλάβει, είχε όλη της την προσοχή πάνω μου, μάλλον σκεφτόταν αν θα έπρεπε να μου μιλήσει ή όχι, προσπάθησα να είμαι φιλική, της χαμογέλασα, αλλά εκείνη δεν έκανε κανένα βήμα για να με πλησιάσει.

    Θυμάμαι πως μου είχε κάνει εντύπωση, έμοιαζε με Ελληνίδα αλλά είχε έναν άλλο αέρα, σαν να μην ήταν από την Ελλάδα αλλά από το εξωτερικό, ήταν σχετικά χλωμή, ίσως το χρώμα των μαλλιών της να την χλώμιαζε, είχε μακριά σκούρα μαλλιά, σχεδόν μαύρα.

    Όμως εκείνο που με έκανε να την προσέξω τόσο ώστε να την θυμήθώ όταν την ξανάείδα ήταν το χρώμα των ματιών της, γαλανά, ίδια με την θάλασσα του Αιγαίου μια ήρεμη καλοκαιρινή μέρα.

    Αν και έκανε ακόμα ζέστη, ήταν μόλις αρχές Σεπτέμβρίου, εκείνη φορούσε μια μαύρη μακριά φούστα και μια σκούρα καφέ μπλούζα μακρυμάνικη, αναρωτήθηκα αν δεν ζεσταινόταν αφού εγώ αν και φορούσα ένα λευκό Τ-shirt και ένα λινό παντελόνι είχα ιδρώσει, σταμάτησα να την παρατηρώ και αφοσιώθηκα και πάλι στο βιβλίο μου, πέντε λεπτά μετά άκουσα από τα μεγάφωνα οτι σε δεκα λεπτά αναχωρούσε το λεωφορείο μου και σηκώθηκα να φύγω, κοίταξα μήπως την ξαναδώ αλλά είχε εξαφανιστεί.

    Όταν μπήκα στο λεωφορείο, έχοντας βεββαιωθεί οτι η βαλίτσα μου ήταν στις αποσκευές κάθησα στην θέση μου και περίμενα να δώ ποιός θα καθόταν δίπλα μου ελπίζοντας να ήταν κάποια κοπέλα στην ηλικία μου, γιατί το μόνο που δεν ήθελα ήταν να έχω δίπλα μου όλη νύχτα κάποια ηλικιώμενη κυρία να ροχαλίζει ή κάποιον να μου μιλάει ακατάπαυστα για την τελευταία φορά που βγήκέ ραντεβού στα τυφλά και πόσο χάλια πέρασε.

    Το μόνο που δεν φανταζόμουν ήταν και πάλι αυτό που μου έτυχε, η κοπέλα που ειχα δεί στην καφετέρια ήταν αυτή που είχε το νούμερο 17 στο εισιτήριό της, αν και προσπάθησα να ανοίξω κουβέντα μέχρι να περάσουμε τον ισθμό το μόνο που κατάφερα ήταν να μάθω ότι την έλεγαν Άννα και ότι μόλις είχε έρθει για σπουδές από την Σουηδία στο τμήμα Μετάφρασης και Διερμηνίας στην Κέρκυρα. Εγώ ενθουσιάστηκα, ήταν η μόνη που θα ήξερα στην Κέρκυρα και ήλπιζα ότι θα τα πηγαίναμε καλά, άλλωστε είχα αυτή την αίσθηση ότι με αυτήν την κοπέλλα δεν θα χανόμασταν εύκολα, ήταν σαν να είχαμε ξανασυναντηθεί καάπου, πολύ πρίν την συναντήσω στον σταθμό του λεωφορείου εκείνη την ημέρα. Ήταν σαν να είχαν αναγνωρίσει η ψυχή μου κάτι σε αυτήν την κοπέλλα καιι με έσπρωχνε να κάνω κάτι, μην την αφήσω να χαθεί, να της δώσω ένα στοχείο μου για να με βρεί,όταν θα είναι έτοιμη, έτσι της έδωσα τον αριθμό του κινητού μου λέγοντάς της "Αν χρειαστείς κάτι πάρε με, ίσως αν δεν σταθούμε τυχερές να συγκατοικήσουμε και να μοιραζόμαστε τα έξοδα?!" Το ανέφερα ευελπιστόντας οτί θα το έπερνε στα αστεία ή ίσως και στα σοβαρά, και στις δύο περιπτώσεις θα μου έβγαινε σε καλό, όμως η Άννα δεν απάντησε, είπε μόνο "Θα δούμε." με έναν τόνο παραίτησης, που τον εξέλαβα ως "δεν χρειάζομαι συγκάτοικο και καλύτερα να μην μιλήσουμε άλλο, καληνύχτα!". Από εκεί και μετά δεν μίλησα καθόλου, ίσως να κατάλαβα από τότε ότι η Άννα είχε κάτι άλλο στο μυαλό της που θα την ταλαιπορούσε, που δεν θα την άφηνε σε ησυχία, και τελικά είχα δίκιο, μόνο που το έμαθα πολύ αργότερα, όταν η ίδια η Άννα ήθελε να μου το πεί, και τότε κατάλαβα ακριβώς τους λόγους που ήταν πάντα τόσο απόμακρη από όλους και μόνο τότε μπόρεσα να την βοηθήσω και αυτήν και τον εαυτό μου. Όταν όλα είχαν φτάσει στην εποχή της ωρίμανσης τους, μπόρεσα να καταλάβω, να βοήθησω και να ωριμάσω και εγώ.

     

    Φτάνοντας Κέρκυρα με το καράβι απο Ηγουμενίτσα σκεφτόμουν αν τελικά υπήρχαν προηγούμενες ζωές τι είχα κάνει για να αξίζω τέτοια τιμωρία στην τωρινή μου ζωή, να πρέπει να φύγω τόσο μακριά από το νησί που αγάπησα μεγαλώνοντας και από τους φίλους μου και να βρεθώ εδώ, σε μια άγνωστη πόλη και μάλιστα από ότι φαινόταν χωρίς πολλές ελπίδες για γνωριμίες που θα κατέληγαν σε φιλίες, βέββαια κανείς δεν ξέρει τι του επιφυλάσει η μοίρα και έτσι και εγώ αν και εκείνη την στιγμή την έβριζα στο τέλος του ταξιδιου μου, ίσως και να ευγνομονούσα την μοίρα μου που με έφερε εδώ.

    Στο ΚΤΕΛ, πήρα την βαλίτσα μου και το σακίδιο μου και έκατσα στην καφετέρια για να περιμένω την θεία που θα ερχόταν να με πάρει στο σπίτι της μεχρι να τακτοποιηθώ όπως με διαβεββαίωσε χίλιες φορές μεχρι τότε η μαμά μου απο το τηλέφωνο. Στο επόμενο δεκάλεπτο και ενώ είχα τυλιχτεί με το τζιν μπουφαν μου - ευτύχως το είχα έξω από την βαλίτσα λες και το ήξερα - καταριόμουν τι άλλο; την τύχη μου που στην Κέρκυρα είχε τόση υγρασία το πρωί, το Αιγαίο έχει πιο ξηρό κλίμα από το Ιόνιο, ακόμα ένας λόγος για να μισήσω την Κέρκυρα έλεγα μέσα μου, όμως ενώ σκεφτόμουν σοβαρά να πάρω τηλέφωνο την θεία-Μάρα για να ρωτήσω πότε θα ερχόταν...βλέπω μια γυναίκα όχι πολύ μεγαλύτερη από την μαμά μου να έρχετε προς το μέρος μου, μέχρι να αναρωτηθώ αν αυτή ήταν η θεία της μάνας μου εκείνη με είχε κυριολεκτικά αρπάξει και με αγκάλιαζε σαν να ήμουν η κόρη που είχε να δει χρόνια.

    Όταν με άφησε τελικά, πρόσεξα ότι είχε ίδια μάτια με την μητέρα μου, πράσινα, στο χρώμα που έχει η θάλασσα του Ιονίου μου είχε πει η μαμά μου όταν την ρώτησα κάποια φορά, και αμυγδαλωτά, εγώ πάλι είχα πάρει το σχήμα των ματιών του πατέρα μου, στρογγυλά σχεδόν ενώ στο χρώμα, λες και είχαν συννενοήθει να μοιραστώ ίσα τα χαρακτηριστικά τους, είχα πάρει το πράσινο της μαμάς μου εξωτερικά και το καστανό του πατέρα μου στο κέντρο της ίριδας, πάντα αναρωτιόμουν γιατί δεν μπρούσα να πάρω και εγώ τα μάτια της μητέρας μου, ευτυχώς πήρα όλα τα υπόλοιπα από εκείνη εκτός από το χρώμα των μαλλιών μου, εκείνη είχε σχεδόν ξανθά, εγώ και πάλι από τον πατέρα μου πήρα το μουντό εκείνο συνιθισμένο καστανό χρώμα που έχει ίσως το 90% των Ελληνίδων, μόνο που δεν έκανα ποτέ το λάθος να προσπαθήσω να το αλλάξω, ήξερα πάντα ότι ποτέ δεν θα μου πήγαινε το ξανθό χρώμα στα μαλλιά.

    Στον δρόμο για το σπίτι η θειά-Μάρα μου εξήγησε ότι οι γονείς της και παπούδες της μαμάς μου την είχαν υιοθετήσει όταν πέθαναν οι γονείς της και έτσι η μαμα μου την φώναζε θεία για να την πειράξει και της έμεινε. Όταν την ρώτησα πως και είχαν το ίδιο χρώμα ματιών με την μαμά μου μου εξήγησε πως συνδεόταν συγγενικά και εξ αίματος αλλα ήταν περίπλοκο για να μου το εξηγήσει εκείνη την στιγμή που μάλλον ήμουν πολύ κουρασμένη για να καταλάβω. Πρεπεί να πώ ότι από μέσα μου την ευχαρίστησα για αυτό και οτί την ευγνομονούσα όταν μετα από δέκα λεπτά φτάσαμε στο σπίτι της, μια μονοκατοικία κοντά στο λιμάνι απο όπου εβλέπες την θάλασσα βγαίνοντας στο μπαλκόνι.

    Το μόνο που έκανα εκείνη την ημέρα ήταν ένα ζεστό μπάνιο με αφρόλουτρο βανίλιας το οποίο ακόμα δεν αποχωρίζομαι ποτέ και να πέσω για ύπνο.

    Το απόγευμα που ξύπνησα δεν πεινούσα και βγήκαμε για να μάθω την πόλη, αν και μικρή σχετικά αν δεν ξέρεις περίπου που βρίσκεσε θα χαθείς στα καντούνια και θα βγείς στο λιμάνι αντι για την πλατεία, αυτό το έμαθα όταν χάθηκα την πρώτη φορά που βγήκα μόνη μου και ευτυχώς είχαμε περάσει πολλές φορές από τα δύο κάστρα για να καταφέρω τελικά να φτάσω στην πλατεία που είχαμε ραντεβού με την θεία μόνο με ένα τέταρτο καθυστέρηση.

    Σε μία βδομάδα είχα γραφτεί στην σχολή μου και είχα καταλήξει σε δύο σπίτια σχετικά κοντά στην σχολή, μόνο που το ένα ήταν γκαρσονιέρα στην τιμή των 350 ευρώ και το άλλο ήταν ένα 3άρι στην ίδια τιμή, προσωπικά ήθελα το 3άρι αλλά θα έπρεπε να βρώ συγκάτοικο για να μοιραζόμαστε τα έξοδα αλλά και τις δουλείες, και ίσως για δεύτερη φορά από την στιγμή που ήρθα ένοιωσα ότι κάτι είχε σκοπό να με κάνει να το αγαπήσω τελικά αυτό το νησί του Ιονίου όσο το αγαπούσε και η μητέρα μου, που η τύχη ή η μοίρα της την είχε στείλει στο Αιγαίο, συνομοτώντας ίσως, με τα φτερά του Έρωτα. Γιατί όσο και να μην το παραδεχόταν ο καταλύτης που επέδρασε για να αφήσει η μητέρα μου την Κέρκυρα καί να πάει στις Κυκλάδες για την θέση του Εισαγγελέα δεν ήταν η θέση, αλλά ο πατέρας μου τον οποίο είχε ερωτευθεί από το πανεπιστήμιο στην Θεσσαλονίκη που σπούδαζαν και οι δύο.

     

    Εκείνη την στιγμή ήμουν σίγουρη, η μοίρα μου το είχε σχεδιάσει αυτό από καιρό, να αγαπήσω την Κέρκυρα ίσως περισσότερο από το δικό μου νησί, και αυτό το δεύτερο γεγόνος μετά την γνωριμία μου με την Μάρα, όπως μου ζήτησε να την φωνάζω ήταν ότι συνάντησα ξανά την Άννα όχι κάπου αλλού, αλλά έξω ακριβώς από το 3άρι που ήθελα τόσο πολύ να νοικιάσω. Την αναγνώρισα, είχε τα μαλλιά της λυτά και φορούσε πάλι μια μακρία φούστα και ένα μακρυμάνικο μπλουζάκι, όταν της μίλησα δεν φάνηκε να ξαφνιάζεται, και μάλιστα μου πρότεινε αυτή να πάμε για καφέ και να δούμε αν τελικά θα μπορούσαμε να συγκατοικήσουμε σε εκείνο το 3άρι που όπως μου είπε είχε "ερωτευθεί" και εκείνη. Φυσικά δέχτηκα, δεν ήθελα να χάσω την ευκαιρία του σπιτιού εκείνου και η παράξενη εκείνη αίσθηση αναγνωρισιμότητας που ένοιωσα όταν της μίλησα στην διαδρομή από την Αθήνα για την Κέρκυρα είχε ξανακάνει την επανέμφανισή της στην καρδιά μου.

    Με την Άννα θα γινόμασταν σίγουρα οι καλύτερες φίλες ίσως ακόμα και ένα είδος αδελφών, το είδος εκείνο που δεν γεννιούνται αδέλφια αλλά που γίνονται μέσα από την αγάπη, την εκτίμηση, τον σεβασμό αλλά ίσως και από τις καταστάσεις που πέρασαν ή που θα περάσουν μαζί.

  2. Which Bible Hero Are You?

     

     

    You scored 22, on a scale of 10 to 40. Here's how to interpret your score:

    10 - 14

    ADAM. You're creative, willing to live in the moment, and make the most of "found materials." You enjoy outdoor life and being in on the ground floor of things, though you tend to try to pass off responsibility.

    15 - 24

    PETER. You're a regular guy. Family oriented, steady job, yet willing to grow and change. If anything, you talk before you think, but you're willing to own up to your mistakes and move on.

    25 - 34

    JOSEPH (Jacob's son). Self-assured and proud of it, you're leadership material through and through. Hey, can you help it if other people think you know it all? You do!

    35 - 40

    JOHN THE BAPTIST. You have an unerring vision of who you are and what you believe. In fact, you're pretty sure about what others should believe, too. A minimalist when it comes to lifestyle, some may call you a control freak. But when you're right, you're right.

     

     

    ενα άλλο τεστ της ίδιας σελίδας....χάλια σκορ ε?

  3. 1. Hinduism (100%)

    2. Mainline to Liberal Christian Protestants (95%)

    3. Unitarian Universalism (90%)

    4. Liberal Quakers (88%)

    5. Neo-Pagan (85%)

    6. Mahayana Buddhism (83%)

    7. Theravada Buddhism (79%)

    8. New Age (78%)

    9. Orthodox Quaker (76%)

    10. Sikhism (72%)

    11. New Thought (70%)

    12. Seventh Day Adventist (68%)

    13. Reform Judaism (67%)

    14. Scientology (64%)

    15. Mainline to Conservative Christian/Protestant (62%)

    16. Eastern Orthodox (62%)

    17. Roman Catholic (62%)

    μάλιστα, πως ταιριάζουν τα 5 πρώτα μεταξύ τους? μου εξηγήται?

    WOW!!!! τελικά ίσως να πρέπει να ρωτήσω τον παπά της ενορίας μου τι νομίζει γι'αυτό, λέτε να με αφορίσει? :001almostcry: :witch: :wizard: :angel: :evilbl: :blink:

  4. Αλήθεια, πως ακριβώς μπορείς να "παίξεις" άμα ξέρεις αυτά τα στοιχεία;

    Πώς μπορείς να παίξεις...Με τον ίδιο τρόπο, αν ξέρεις πχ όνομα και διεύθυνση. Τι μπορείς να κάνεις τότε? Να στείλεις λουλούδια, ΄δώρα, πίτσες, μια βόμβα, έναν ψυχοπαθή δολοφόνο... Κατανοητό? :whistling::witch:

    αν ήταν έτσι....κατα πρώτον πιά η σχέση του ζωδίου ενός ατόμου με το όνομα και την διεύθυνση που χρειάζεσαι για να κάνεις αυτα που λές ή και χειρότερα?

     

    προσωπικά είμαι ένα Τρελούτσικο τοξοτάκι με ωροσκόπο στον καρκίνο και σελλήνη στον ζυγό.

     

    όσο για το κοινέζικο είμαι Πετεινός-Μέταλλο

     

    τα λοιπά δεν τα θυμάμαι , και κάποια δεν τα έχω ψάξει....

     

    τελως πάντων θεωρώ πως αν κάποιος θέλει να κάνει κακό σε κάποιον άλλο το κάνει χωρίς να χρειάζεται το ζωδιό του. :witch: :smilewink: :)

×
×
  • Create New...